τουρκοπούλα

τουρκοπούλα
η, Ν
1. κορίτσι τουρκικής καταγωγής
2. ποικιλία σταφυλιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τούρκος + υποκορ. κατάλ. -πούλα (πρβλ. βασιλο-πούλα), βλ. και λ. -πουλος, -πουλο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • τουρκοπούλα — η 1. κοπέλα της τουρκικής εθνότητας. 2. είδος σταφυλιού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Esmé, la petite Turque — Données clés Titre original Εσμέ, η Τουρκοπούλα (Esmé, i Tourkopoula) Réalisation Yannis Koundoulis Scénario Ilias Pergantis Sociétés de production Lyra …   Wikipédia en Français

  • σταφύλι — Ο καρπός του αμπελιού. Είναι σύνθετος βότρυς (τσαμπί) που οι ρόγες του είναι, ανάλογα με το είδος του αμπελιού, διαφόρων μεγεθών. Κάθε ρώγα περιβάλλεται από το υμένιο (πέτσα) και συνήθως έχει, στο κέντρο, μικρό κουκούτσι ή και κουκούτσια. Το… …   Dictionary of Greek

  • Περεσιάδης, Σπυρίδων — (1864 – 1918). Συγγραφέας κωμειδυλλίων και πατριωτικών δραμάτων. Έγραψε την ποιητική συλλογήΚαινούργιες δάφνεςκαι 14 θεατρικά έργα από τα οποία τα αξιολογότερα τιτλοφορούνται Χορός του Ζαλόγγου, Εσμέ η Τουρκοπούλα, Η σκλάβα, 0 μαγεμένος βοσκός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”